Τρίτη, Φεβρουαρίου 21, 2006

Που πήγαν οι άγγελοι;


Η πόρτα δυστυχώς δεν άνοιγε αυτόματα. Έπρεπε εγώ να την σπρώξω, όπως κάθε φορά. Μόνο που σήμερα μου ήταν αδύνατον. Έσπρωχνα και τίποτα. Τα χέρια μου είχαν μουδιάσει. Έπρεπε να μπω μέσα και το σώμα μου αρνιόταν κατηγορηματικά.

Μία νοσοκόμα περνάει από δίπλα μου και ανοίγει την πόρτα. “Το ξέρω, είναι βαριά η άτιμη.” μου λέει και χαμογελάει. Δεν έχω δικαιολογία πλέον. Κάνω ένα βήμα και στέκομαι πάνω στα άσπρα και μαύρα πλακάκια της αίθουσας αναμονής. Το πάτωμα με μοτίβο σκακιέρα όσο πάει το μάτι σου. Είχα προσπαθήσει άπειρες φορές να τα μετρήσω εκεί που περίμενα νέα από τους γιατρούς αλλά πάντα έχανα το μέτρημα. Κάπου εκεί στη γωνία με τους καναπέδες, κάπου εκεί στο άγαλμα του Ιπποκράτη χανόμουνα στις σκέψεις μου, χανόμουνα στους αριθμούς και άρχιζα από την αρχή.

Μόνο συναισθήματα πόνου και απελπισίας μου έρχονται στο μυαλό. Μπορεί να έχει περάσει ένας μήνας από την τελευταία φορά που ξενύχτησα στο προσκεφάλι του πατέρα μου αλλά περιέργως νοιώθω σαν να ήταν χτες. Ζωντανές και παγερές μνήμες που δεν προσπερνιούνται εύκολα. Να γυρνάς και να λες στον γιατρό “τα χρήματα δεν είναι θέμα” και να σου απαντάει “μα τα χρήματα δεν είναι το θέμα”. Να περιμένεις πως και πως τις εξετάσεις να βγουν για να δεις αν ως δια μαγείας το χάος στη ζωή θα μπει ξανά σε τάξη. Μόνο που δεν έχεις καταλάβει ότι αυτό το χάος δεν είναι παρά μία νέα τάξη πραγμάτων μέσα στην οποία πρέπει να μάθεις να ζεις και να αναπνέεις.

Στην αίθουσα νομίζεις πως ο χρόνος έχει παγώσει. Τίποτα δεν αλλάζει. Οι άνθρωποι μπορεί να έρχονται και να φεύγουν αλλά η έκφραση στα πρόσωπά τους είναι πάντα η ίδια. Ένα βλέμμα απελπισίας, απορίας, ανικανότητας ... αγωνίας. Ένα δάκρυ κυλά στο μάγουλο μιας μάνας, μία προσευχή ψιθυρίζεται από τα χείλη μιας γιαγιάς, ένα πρόσωπο κρύβεται μέσα σε μία αγκαλιά. Τίποτα δεν αλλάζει. Η σκηνή είναι πάντα η ίδια, οι ηθοποιοί μόνο αλλάζουν.

Κάθομαι στη γωνία σαν να θέλω να κρυφτώ. Περιμένω τον γιατρό να εμφανιστεί και παρατηρώ την οικογένεια τριγύρω μου. Σιωπηλή και σκυθρωπή. Το νοιώθεις ότι οι σκέψεις τους είναι στο ίδιο πρόσωπο. Νοιώθεις μία αγάπη, μία αγωνία. Κανένας τους δεν αναστενάζει. Όλοι κοιτάζουνε το πάτωμα και συγκρατούν τις αναπνοές τους. Σαν να θέλουν να παγώσουν το χρόνο. Το απόλυτο κενό. Μόνο ο ψαλμός από τα χείλη της γιαγιάς. Μιας γιαγιάς μαυροφορεμένης με το ευαγγέλιο στο χέρι που δεν θέλει να πιστέψει ότι ένα εγγόνι της μπορεί να φύγει πριν απ’ αυτήν. Με το άγχος να διαγράφετε στα πρόσωπά τους ... Κάπως έτσι ήταν και η δικιά μου οικογένεια όταν περιμέναμε έξω από το χειρουργείο. Κάπως έτσι ...

. . .

Έρχεται ο γιατρός και μου κάνει νόημα να περάσω στο γραφείο του. Με δυσκολία σηκώνομαι από την θέση μου. Για μια στιγμή νόμιζα ότι κάποιος με είχε δέσει στην καρέκλα. Έπρεπε για άλλη μια φορά να βρω το κουράγιο να ακούσω τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Περνάω μέσα στο γραφείο του και αρχίζει να μου εξηγεί τις μαγνητικές τομογραφίες, τις εξετάσεις αίματος και ό,τι άλλο είχε μπροστά του. Μου μιλούσε για πάνω από είκοσι λεπτά και εγώ δεν έλεγα τίποτα. Περιέργως για πρώτη φορά δεν πίστευα τι μου έλεγε. Για πρώτη φορά άκουγα κάτι θετικό και δεν ήθελα να τον διακόψω με ερωτήσεις για να μην γρουσουζέψω την στιγμή. Μιλούσε για το πώς οι μαγνητικές δεν έδειχναν τίποτα και εγώ να αναρωτιέμαι “μάλλον λάθος ακούω.” Δεν γίνεται εδώ και ένα χρόνο να μου λέει τα χειρότερα και ξαφνικά ένα πρωινό να μου τα παρουσιάζει όλα ρόδινα. Βέβαια το τι είναι ροδοπέταλο όσο αφορά την υγεία είναι σχετικό. Αλλά όταν είσαι κάθε μέρα για ένα χρόνο στο νοσοκομείο για ακτινοθεραπείες, και ξαφνικά σου λένε ότι κάθε ίχνος έχει εξαφανιστεί ... τότε ο κόσμος είναι όντως φτιαγμένος από τριαντάφυλλα. Οι τελευταίες λέξεις του γιατρού ήταν “Ο πατέρας σου δεν έχει τίποτα. Έχει καθαρίσει τελείως. Πρέπει μόνο να βρει ξανά τις δυνάμεις του και θα πάρει καιρό. Οι ακτίνες και τα χημικά τον έχουν καταπονήσει πολύ. Χρειάζεται υπομονή, πολύ υπομονή.”

Βγαίνω σαστισμένος έξω από το γραφείο του γιατρού. Όχι ότι δεν πίστευα σε ότι μόλις είχε συμβεί αλλά προσπαθούσα να καταλάβω την καινούργια τάξη πραγμάτων στην ζωή μας. Έγειρα σε έναν τοίχο και έκλεισα τα μάτια μου. Αφουγκράστηκα, και το μυαλό μου άρχισε να πλανάται σε χίλιες δυο σκέψεις. Προσπαθούσα να συνειδητοποιήσω πως μόλις είχε αλλάξει η ζωή μου και η ζωή όλης της οικογένειας μου. Σκεφτόμουν πώς θα ανακοίνωνα τα νέα στους γονείς μου. Περιμένανε τηλέφωνο αμέσως, αλλά χρειαζόμουνα μερικά λεπτά να συγκροτηθώ, να αισθανθώ λίγο ελεύθερος, να νοιώσω την αγωνία και το άγχος να γλιστράνε από το σώμα μου.

Και εκεί που για μία μόνο στιγμή ένοιωσα το βάρος που κουβαλούσα για ένα ολόκληρο χρόνο να φεύγει, ακούω μία κραυγή να διαπερνάει τα σωθικά μου. Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω την μάνα στα γόνατα και να σπαράζει. Ο άντρας της να την έχει αγκαλιάσει με όλη του την δύναμη και να της λέει “Κουράγιο ... κουράγιο”. Μόλις τους είχε πει ο χειρούργος ότι η εγχείρηση του παιδιού τους δεν πήγαινε καλά και ότι έπρεπε να προετοιμαστούν για τα χειρότερα. Η μάνα να συνεχίζει να σπαράζει και όλοι οι συγγενείς να κλαίνε σιωπηρά. Μία απόλυτη ησυχία ... ούτε βουητό από τον δρόμο, ούτε συνομιλίες από ανθρώπους, ούτε ένα τρίξιμο από κάποια καρέκλα. Μόνο η κραυγή της μάνας που σπάραζε και φώναζε “Γιατί; Γιατί; Θέλω το παιδί μου ...” Το ίδιο που αναρωτιόμουνα και εγώ όλους αυτούς τους μήνες και απάντηση δεν είχα βρει. “Γιατί; Γιατί;” Σφίχτηκε η καρδιά μου ... βούρκωσαν τα μάτια μου ... στέγνωσε το στόμα μου. Η κραυγές της μάνας είχαν μια μαχαιριά που έκοβε κάθε αναπνοή. Είχε μία γροθιά που έσφιγγε όλες τις καρδιές. Σαν ένα χαστούκι μέσα στον λήθαργο μου ... να με ξυπνάει.

Τι έγινε; Τι έγινε μόλις τώρα; Τι γίνεται αυτήν την στιγμή; Ένα παιδί πεθαίνει στο δίπλα δωμάτιο και δεν υπάρχει τίποτα που να μπορώ να κάνω. Δεν είναι δυνατόν αυτό. Δεν υπάρχει λογική. Μία μικρή ψυχή είναι έτοιμη να φτερουγίσει. Θεέ μου, τι γίνεται; Τι κάνεις; Που είναι οι άγγελοι σου τώρα που τους χρειαζόμαστε; Δεν θα έπρεπε ένας να είναι στο προσκεφάλι αυτού του παιδιού; Που είναι οι άγγελοι σου αυτήν την στιγμή; Κάνε κάτι! Μόνο εσύ μπορείς. Δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό. Δεν μπορείς τη μία στιγμή να μου λες χαρμόσυνα νέα και την άλλη αυτό. Που είναι οι άγγελοι σου; Γιατί τους κρύβεις; Τόσο κακοί έχουμε γίνει που αποφάσισες να μας τους στερήσεις; Μια μικρή ψυχή φεύγει ... σε παρακαλώ ... κάνε κάτι ... δεν είναι δυνατόν ... έναν άγγελο ... έναν μονάχα άγγελο ...

. . .

Γύρισα σπίτι μου χλωμός και αποκαμωμένος. Η οικογένεια μου είχε μαζευτεί και περίμενε πως και πως τα νέα μου. Τους είχα προετοιμάσει για τα καλά νέα, και είχαν φέρει μέχρι και τα ανίψια μου. Τέτοιες στιγμές είναι μοναδικές και θέλεις όλοι να τις ζούνε. Είχαμε να μαζευτούμε έτσι όλοι μαζί από το πασχαλινό τραπέζι. Κάθισα και τους είπα τα πάντα για τις εξετάσεις και σχεδόν αυτολεξεί τα τελευταία λόγια του γιατρού. Όλοι κρεμόντουσαν από τα χείλη μου στην κάθε λέξη που τους έλεγα. Να βλέπατε μόνο τα χαμογελά τους θα καταλαβαίνατε. Για μια στιγμή ο μικρότερος αδελφός μου άνοιξε και σαμπάνια. Έπρεπε να το γιορτάσουμε. Ένα ολόκληρο χρόνο δίναμε μάχη με τον καρκίνο. Δεν μας θυμάμαι να ήμασταν ποτέ τόσο ενωμένοι ... όλοι γύρω από τον πατέρα μας.

Ήταν όλοι τόσο χαρούμενοι, μα τόσο χαρούμενοι, και η δική μου ψυχή τόσο μαυρισμένη. Δεν ήξερα σε ποιον να πω τον πόνο μου. Πως τα φέρνει έτσι η ζωή. Να θέλω να χαρώ και να μην μπορώ. Να θέλω να γελάσω και να μου έρχονται κλάματα. Αυτή η ψυχή του παιδιού ... που να είναι τώρα. Σύρθηκα στην κυριολεξία στο κρεβάτι μου και ξάπλωσα με τα ρούχα μου. Μόνο τα παπούτσια κατάφερα και έβγαλα και κουκουλώθηκα με το πάπλωμα ολόκληρος ... ως πάνω πάνω να κρύψω το κεφάλι μου ... να χωθώ μέσα στα σκεπάσματα. Ήθελα τόσο μα τόσο πολύ μια αγκαλιά και δεν είχα έναν άνθρωπο να μου την δώσει. Ένα άνθρωπο να με χαϊδέψει, να μου πει ότι αύριο η μέρα θα είναι πάλι λαμπερή, ότι αύριο όλα θα είναι ένα παρελθόν. Και έτσι έκλεισα τα μάτια μου και αποκοιμήθηκα. Αποκοιμήθηκα βαριά και σιωπηλά μέχρι το άλλο πρωινό.

Εκείνο το βράδυ είδα όνειρα. Πολλά όνειρα. Και όλα είχαν αγγέλους ... να μ’ αγκαλιάζουν και να με φιλάνε.

6 σχόλια:

greekgaylolita είπε...

:_(_ _

(όλα καλά να πάνε από εδώ και πέρα..)

Psipsinel είπε...

distixos etsi ine i zoi.
na ton xerese ton patera sou, na ne panta kala.

NetKerveros είπε...

Λολιτάκι, Κοκοβιέ, Ψιψινέλ, Μένω Εκτός ... χίλια ευχαριστώ. Ήταν πολύ ωραίο να ξυπνήσω σήμερα και να δω τα σχόλιά σας. Πάρα πολύ ωραίο συναίσθημα.

@ Κοκοβιός: Μόνο να έβλεπες τους γονείς του ... απίστευτα τραγικές φιγούρες. Τίποτα στη ζωή μου δεν με είχε προετοιμάσει για αυτό.

@ Μένω Εκτός καθώς και σε όλους τους bloggers: Έχω πάψει να ελπίζω σε αγγέλους σταλμένους από τον Θεό ... αυτούς με φτερά και φωτοστέφανο. Όμως έχω γνωρίσει κάμποσους αγγέλους που ζούνε ανάμεσά μας. Δεν το ξέρουν ούτε οι ίδιοι τι καλή ψυχή έχουνε. Σε αυτούς ελπίζω και πιστεύω.

mindstripper είπε...

Οι πατεράδες δύο φίλων μου έχουν διαγνωστεί με καρκίνο τους τελευταίους μήνες. Βλέποντάς τους, οι υπόλοιποι προσπαθούμε να είμαστε δυνατοί γι αυτούς, προσπαθούμε να προετοιμάσουμε και τους εαυτούς μας γι αυτά που θα έρθουν, είτε είναι για μας τους ίδιους, είτε για τους γονείς μας που είναι πλέον στην τρίτη ηλικία.

Ό,τι και να γίνει όμως, όσο και να το δουλέψουμε, η αλήθεια είναι πως έτοιμοι δεν θα είμαστε ποτέ. Υπάρχουν μεγάλες στεναχώριες, όπως υπάρχουν και μεγάλες χαρές σ' αυτή τη ζωή. Και στις δύο περιπτώσεις χρειαζόμαστε δίπλα μας ανθρώπους να τις μοιραστούμε. Ανθρώπους. Oι άγγελοι δεν είναι ετούτου του κόσμου, είναι άλλου...

Να είναι καλά ο πατέρας σου. Με την αρρώστεια εκτός και με όλους σας να τον αγαπάτε και να το δείχνετε ενωμένοι, είμαι σίγουρη ότι καλύτερα δεν θα μπορούσε να είναι. :-)

Anna είπε...

Τα ιδια περασα κι εγω εδω και καποιο καιρο ευτυχως με την ιδια ευτυχη καταληξη. Αν και συνηθως τα δυσκολα ερχονται μετα, στη αναρρωση, σε οσα πρεπει να συνηθισεις πως εχουν αλλαξει στην καθημερινοτητα σου, σε ενα φοβο που σε τζιναει που και που να θυμιζει την παρουσια του.
Εισαι τυχερος γιατι δεν εχεις χασει ανθρωπο σου νεο απο οτι φαινεται ωστε να το ζησεις αυτο το θρηνο απο κοντα....μονο μερικα λεπτα το ειδες και παλι σε σημαδεψαν. Το γιατι και το αδικια δεν φευγει ποτε αλλα ειναι εντελως ανουσιο, και οντως, αυτοι που μενουν πισω ειναι που χρειαζονται περισσοτερο τους αγγελους.
Να 'σαι καλα και παντα οι δυσκολες στιγμες σου να εχουν καλο τελος. :)

NetKerveros είπε...

@ mind: Έχεις δίκιο. Ποτέ δεν είμαστε έτοιμοι για κάτι τέτοιο. Αυτό που μπορώ να πω ότι με ξάφνιασε σε όλη αυτή την περιπέτεια με τη υγεία του πατέρα μου ήταν πως ξαφνικά έβλεπα τον εαυτό μου στο πρόσωπό του. Ο άνθρωπος που πάντα θαύμαζα και ήθελα να μοιάσω ξαφνικά κατέρρευσε και ήταν σαν να έβλεπα τον εαυτό μου μετά από χρόνια. Μπορεί να ακούγεται πολύ εγωιστικό αλλά δεν μπορώ να πω ότι δεν πέρασε από το μυαλό μου. Ευχαριστώ για τις ευχές σου. Τώρα ξέρεις κάτι παραπάνω ...

@ Άννα: Πόσο δίκιο έχεις. Δεν θα μπορούσα να το πω καλύτερα ... Ευχαριστώ.