Τρίτη, Ιανουαρίου 31, 2006

Οι Δεινόσαυροι

Πάνω στην προετοιμασία για την επόμενη μου απόδραση, θυμήθηκα ένα σκηνικό που διαδραματίστηκε πέρυσι στις γιορτές και με είχε αφήσει άφωνο στην κυριολεξία. Έβγαινα με μια κοπέλα τότε, την Ελένη, και είχαμε πάει για πρωτοχρονιά στην μεγάλη μου αγάπη, το Λονδίνο. Να σημειωθεί ότι δεν φημίζομαι ιδιαίτερα για τις επιλογές μου στις σχέσεις μου και δεν θέλω σχόλια περί τούτου.

Την τελευταία μέρα, αφότου είχαμε εξαντλήσει όλα τα αξιοθέατα, τα μουσεία και τα μαγαζιά, μου λέει η Ελένη “Δεν πάμε στο μουσείο φυσικής ιστορίας;” Εντυπωσιακότατο μουσείο με σκελετούς από δεινόσαυρους να στέκονται τριγύρω σου και να μένεις με ανοιχτό το στόμα. Μπαίνουμε μέσα και ο παρακάτω διάλογος εξελίσσεται.

Ελένη: Τι είναι αυτά τα κόκαλα;
Ανδρέας: Δεινόσαυροι

Ελένη: Τι είναι οι δεινόσαυροι;
Ανδρέας: Προϊστορικά ζώα
(γυρνάω και την κοιτάω με ένα χαζό βλέμμα)

Ελένη: Με κοροϊδεύεις
Ανδρέας: Καθόλου

Ελένη: Αυτά τα τέρατα υπήρξαν πραγματικά;
Ανδρέας: Φυσικά

Ελένη: Έλα ... σταμάτα να με πειράζεις (με ναζιάρικο ύφος)
Ανδρέας: Δεν σε κοροϊδεύω καθόλου
(εγώ να τα έχω χαμένα στην κυριολεξία)

Ελένη: Νόμιζα ότι υπήρχαν μόνο στα παραμύθια
Ανδρέας: (άφωνος εγώ)

Ελένη: Και ήταν τόσο μεγάλα; (κοιτούσε το κεντρικό έκθεμα που ήταν ψηλό όσο και ένα τριώροφο σπίτι)
Ανδρέας: (συνεχίζω να μην ξέρω τι να πω)

Ελένη: Κοίτα, κοίτα τι γράφει! Εμείς υπήρχαμε τότε;
(μου δείχνει την πινακίδα που γράφει για το άμοιρο το ζώο)
Ανδρέας: Προσωπικά εμείς οι δυο όχι.

Ελένη: Για δες τι μαθαίνει κανείς στα γεράματα.
(34 χρονών, κοτζάμ γαϊδούρα)
Ανδρέας: Για δες. (...τι μαθαίνω εγώ μετά από 3 μήνες σχέση!)

Περιττό να σας πω ότι το ταξίδι στο Λονδίνο τελείωσε με το να μιλάμε για δεινόσαυρους. Μαντέψτε ποιο θα είναι το πρώτο πράγμα που θα πάμε να δούμε αυτή την Παρασκευή!

Πέμπτη, Ιανουαρίου 26, 2006

Άχρωμες Στιγμές

Οι ρυθμοί καταλάγιασαν,
το βήμα έγινε πιο αργό, πιο προσεχτικό,
το βουητό της πόλης σώπασε,
ο αττικός ήλιος χαμογέλασε και εγώ ...




... και εγώ τρέχω να προλάβω πριν λιώσει το χιόνι!

Τρίτη, Ιανουαρίου 24, 2006

Απωθημένα…

Με ρωτήσανε τι απωθημένο έχω στη ζωή μου. Εύκολη ερώτηση. Το παιχνίδι όταν ήμουνα μικρός. Το μόνο που θυμάμαι από τα παιδικά μου χρόνια ήταν το διάβασμα. Από το σχολείο στο σπίτι και πάλι πίσω. Από 8 χρονών είχα τους δασκάλους πάνω από τον σβέρκο μου από το πρωί μέχρι το βράδυ. Δεν μπορώ να πω ότι ήμουνα και το sharpest tool in the box στην τάξη και σε συνδυασμό με την δυσλεξία μου είχα φέρει πολλούς δασκάλους στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Το ερώτημα όμως δεν θ’ έπρεπε να είναι τι απωθημένο έχω στη ζωή, αλλά τι μπορώ να κάνω γι αυτό.

  1. Παίζω όλο και πιο πολύ με την τρίχρονη βαφτιστήρα μου. Περιμένουμε να φτιάξει ο καιρός για να παίξουμε για πρώτη φορά κρυφτό, μήλα, κουτσό, σχοινάκι και αμπάριζα. Ελπίζω να βρω οδηγίες στο Internet διότι δεν θυμάμαι τίποτα. Προς το παρών δύο με τρεις φορές την εβδομάδα με παίρνει τηλέφωνο για να πιούμε τσάι μαζί. Νομίζω ότι μόνο η Βασίλισσα της Αγγλίας και εγώ πίνουμε τόσο συχνά τσάι.
  2. Το δώρο του Άγιου Βασίλη (του αδελφού μου δηλαδή) ήταν ένα τηλεκατευθυνόμενο αεροπλανάκι. Μόλις τελείωσα το συναρμολόγημα και με το που περάσει το πολικό κύμα ψύχους από την Ρωσία θα πετάξω το αεροπλανάκι με τον καλύτερό μου φίλο. Αν το σπάσω με την πρώτη πτήση λεω να αγοράσω άλλο. Πιστεύω να φτάνει το χαρτζιλίκι μου.
  3. Δεν είναι δυνατόν να σπάνε οι κούνιες στις παιδικές χαρές με το βάρος μου. Τόσο ευαίσθητες τις κάνουν; Θα φτιάξω μια δικιά μου.
  4. Τέρμα το Taboo οι σκιτσογραφίες και οι άλλες μοντέρνες βλακείες. Αν και είμαι πολύ καλός σε αυτά (είπαμε not the sharpest tool in the box αλλά έχω κρυφά ταλέντα), από εδώ και πέρα μόνο Μονόπολη, Φιδάκι & Γκρινιάρης.
  5. Έχετε ανεβεί σε τραμπολίνο; Επειδή εγώ έχω (πέρυσι, και δεν θέλω γέλια), το βάζω και αυτό μέσα στην λίστα με τα ψώνια.
  6. Επίσης θα αγοράσω ένα ταμπούρλο ή καλύτερα ντραμς. Πάντα ήθελα να ενοχλήσω τους γείτονες.
  7. Επειδή έχω βαρεθεί το Sudoco (λύνω και το πιο δύσκολο στην τουαλέτα πλέον), λεω να επικεντρωθώ σε αυτό το παιχνίδι που ενώνεις της αριθμημένες τελίτσες και δημιουργείς σκίτσα. Ξέρει κανείς πως το λένε;
  8. Κάπου έχω βάλει το Skateboard. Πάω να ψάξω στην υπόγα.
  9. Αύριο έρχονται μπογιατζήδες για να βάψουν το καινούργιο μου διαμέρισμα. Προλαβαίνω να λερώσω τους τοίχους με Crayola μπογιές;
  10. Ξέχασα τίποτα; Ναι! Να παίξω χιονοπόλεμο. Ποιος είναι μέσα;

Κυριακή, Ιανουαρίου 22, 2006

Κάποιος να με σηκώσει, κάποιος να με στηρίξει.

(Happy Moments - July 2004 Literally in the middle of nowhere – Don’t ask!)

Αφιερωμένο με πολύ αγάπη σε δύο ψυχές
που μόλις η ζωή αποφάσισε απρόσμενα να τις απομακρύνει,
για μια στιγμή, μα για μία και μόνο μία στιγμή
κατέρρευσε ο κόσμος τους.

Δεν θυμάμαι και πολλά από εκείνη τη φθινοπωρινή μέρα. Θυμάμαι ότι με τα βίας είχα βρει την δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι. Αυτό το θυμάμαι, αλλά όλα τα άλλα είναι θολά στην μνήμη μου.

Θυμάμαι που πήγα στην κουζίνα να πιω καφέ. Ήμουνα αμίλητος και παγερός. Έβαζα καφέ στο φλιτζάνι όταν με ρώτησε κάτι ο πατέρας μου. Ούτε που θυμάμαι τι ήτανε, ούτε που θυμάμαι τι απάντησα. Το μόνο που θυμάμαι ήταν τον πατέρα μου να μου φωνάζει. Τον κοιτούσα χαμένος. Μα τι έγινε μόλις τώρα; Τι είπα; Εγώ προσπαθώ να πιω καφέ, να διαβάσω εφημερίδα και να κλειστώ στον σιωπηλό μου κόσμο. Τι θέλει τώρα ο πατέρας μου. Στην κουβέντα μπαίνει και η μητέρα μου και ο καυγάς όλο και μεγαλώνει. Εγώ παρακολουθώ αμέτοχος, σιωπηλός, βουβός και αναρωτιέμαι τι γίνεται τριγύρω μου. Κάποια στιγμή λυγίζω. Δεν αντέχω. Ένα κρακ ακούγεται. Για μια στιγμή νόμισα ότι ήμουνα εγώ. Νόμισα ότι δεν άντεξα και έσπασα. Κοιτάω τριγύρω μου και το φλιτζάνι είχε γίνει όπως και η καρδιά μου, χίλια κομμάτια. Κοιτούσα τον μαύρο καφέ στα πλακάκια της κουζίνας και ήτανε σαν να έβλεπα το ίδιο μου το αίμα. Δεν θυμάμαι πολλά ακόμα. Θυμάμαι που φώναζα “Τι θέλετε από εμένα; Τι θέλετε από εμένα; Αφήστε με ήσυχο ...” Θυμάμαι να τρέχω στο δωμάτιό μου να κλείνω με δύναμη την πόρτα και να σπαράζω σε λυγμούς.

Κατά το μεσημέρι κατάφερα και πήγα στην δουλειά. Είχαν πλέον στεγνώσει τα δάκριά μου. Νομίζω ότι είχαν στεγνώσει και τα συναισθήματα μου για εκείνη την ημέρα. Ήμουνα για άλλη μια φορά άχρωμος και αγέλαστος. Για άλλη μια φορά μουρμούρισα καλημέρα. Έρχεται η γραμματέας μου στο γραφείο και αρχίζει τα παράπονα. Ούτε πάλι θυμάμαι λεπτομέρειες. Κάτι ότι δεν της άρεσε ή δουλειά, κάτι ότι δεν αναγνώριζα την συνεισφορά της στην εταιρία. Δεν έβγαζε νόημα. Την κοιτούσα με ένα αχανές βλέμμα. Λες και δεν υπήρχε μπροστά μου. Με μια φωνή παγωμένη της λεω “Αυτή είναι η δουλειά που μπορώ να σου προσφέρω. Αν δεν σου αρέσει μπορείς να παραιτηθείς.” Και έτσι απλά παραιτήθηκε. Το δεξί μου χέρι για τα τελευταία δύο χρόνια με παράτησε. Δηλαδή τι ήθελε από εμένα; Και τις αυξήσεις της έκανα και τα bonus της έπαιρνε. Τι παραπάνω ήθελε; Να την αγκαλιάζω κάθε φορά που τελειώνει ένα project και να της λεω πόσο καλή δουλειά κάνει; Τι άλλο να κάνω;

Ο κόσμος μου καταρρέει και με πλακώνει, και εγώ κάθομαι βουβός και άπρακτος να παρακολουθώ σαν θεατής την τρέλα γύρω μου. Λες και το σύμπαν συνωμότησε εναντίων μου σήμερα για να δει ποια είναι τα όριά μου. Και νομίζω ότι τα κατάφερε. Τα έφτασα ... τα όριά μου ... τα έφτασα.

Τρία τετράγωνα ποιο κάτω υπάρχει ένα ταξιδιωτικό γραφείο. Δεν θυμάμαι πως βρέθηκα εκεί. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι το πρόσωπό μου είχε μουδιάσει γιατί εδώ και ώρες δεν είχε κουνηθεί ούτε ένας μυς. “Επόμενη πτήση για Βοστόνη παρακαλώ” και βγάζω την πιστωτική μου κάρτα. Δεν νομίζω να είπα τίποτα άλλο. Απλός έγνεφα ναι ή όχι στις ερωτήσεις του πράκτορα και στο τέλος υπέγραψα χωρίς καν να κοιτάξω.

Είχε πλέον βραδιάσει και ζήτημα ήταν να είχα πει δυο τρεις κουβέντες όλη μέρα. Πάω σπίτι μου και ανακοινώνω στους γονείς μου ότι φεύγω σε 6 ώρες για Βοστόνη. Δεν θυμάμαι τι είπαν. Ποιο πιθανό να μην είπαν τίποτα. Απλά κατάλαβαν ότι έφτασα στα όριά μου. Μάλλον θα αναρωτήθηκαν πως και άντεξα τόσο πολύ.

Πακετάρισα σε χρόνο ρεκόρ, ξεσκόνισα το διαβατήριό μου και ήμουνα έτοιμος. Απλά περίμενα να περάσει η ώρα να παει τέσσερις το πρωί για να φύγω για το αεροδρόμιο. Μπαίνω μέσα στο Internet και στέλνω ένα e-mail στην φίλη μου την Barrie.

“I am coming home ... tomorrow.”

Το επόμενο πρωινό με βρήκε να ατενίζω την ανατολή του ηλίου καθώς το αεροπλάνο έπαιρνε ύψος. Πολύ σπάνια βλέπω την ανατολή. Είναι τόσο όμορφη, μα τόσο όμορφη. Είναι το ίδιο μαγευτική με την δύση μόνο που αντί για μελαγχολία και ρομαντισμό σου δημιουργεί αισθήματα αναγέννησης και ελπίδας. Μόνο που εγώ αυτή την φορά δεν μπορούσα να τα νοιώσω. Τα χρώματα του ουρανού μου φάνηκαν ξεθωριασμένα, άψυχα, γκρίζα ... σαν την ψυχή μου.

Το μόνο που θυμάμαι από την πτήση ήταν τα δάκριά μου. Έκλαιγα απαρηγόρητα σαν μωρό παιδί. Σκεφτόμουνα την στιγμή που θα αντίκριζα την Barrie. Ταξίδευα πέντε χιλιάδες μίλια μόνο και μόνο για να βρω παρηγοριά στην αγκαλιά της καλύτερή μου φίλης. Χρειαζόμουνα κάποιον να με σηκώσει από εκεί που είχα πέσει. Κάποιον να με βοηθήσει να περπατήσω ξανά, κάποιον να με στηρίξει. Είχαμε να βρεθούμε ένα χρόνο και είχαν αλλάξει τόσα πολλά στην ζωή μου. Σκεφτόμουνα πως θα της έλεγα για την θρυμματισμένη καρδιά μου και έκλαιγα ακόμα πιο πολύ. Σκεφτόμουνα πως θα δικαιολογούσα αυτό το ξαφνικό ταξίδι και δεν μπορούσα να βρω τον τρόπο.

Ούτε που κατάλαβα για πότε έφτασα στη Βοστόνη, μα με το που προσγειώθηκε το αεροπλάνο το πιο περίεργο συναίσθημα πέρασε από το μυαλό μου. Για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 1991 δεν είχα φοβηθεί το αεροπλάνο. Ήταν στο τελευταίο ταξίδι ως φοιτητής στο Λονδίνο που καθώς προσγειωνόμασταν στο Heathrow, το ένα φτερό, αυτό που έβλεπα από το παράθυρό μου, ξύρισε όλα τα χόρτα και τους θάμνους γύρω από τον αεροδιάδρομο μέχρι που διαλύθηκε σε κομμάτια και πήρε φωτιά. Έκτοτε, πάντα φοβόμουνα να μπω μέσα σε αεροπλάνο αλλά η αγάπη μου για τα ταξίδια ήταν μεγαλύτερη από τον φόβο μου. Για πρώτη φορά δεν είχε περάσει καθόλου η σκέψη αυτή. Προσγειωθήκαμε και δεν κατάλαβα ότι δεν ήμασταν στον αέρα πλέον. Είχα ένα συναίσθημα αδιαφορίας. Σαν να μην με ενδιέφερε καθόλου η ζωή μου. Δηλαδή αν πέθαινα δεν θα μ’ ένοιαζε; Τι έγινε; Χάθηκέ τελείως το πάθος μου για τη ζωή; Χάθηκε το καλύτερο κομμάτι της ψυχής μου;

Στον έλεγχο διαβατηρίων πρέπει είχα το πιο ταλαιπωρημένο πρόσωπο από όλους τους επιβάτες. Πρέπει να είχα κατακόκκινα μάτια και παρόλο που κοιμόμουνα σχεδόν σ όλη την διαδρομή νύσταζα πάρα μα πάρα πολύ. Δίνω το διαβατήριό μου, και εκεί που ανάμενα την συνηθισμένη ανάκριση από τους στρατιωτικούς του Immigration άκουσα την πιο γλυκιά φράση “Welcome home!” Και για μια μικρή μα πάρα πολύ μικρή στιγμή χαμογέλασα. Τι γλυκό συναίσθημα. “Home”. Ζεστό και τρυφερό.

Νοικιάζω ένα αμάξι και αρχίζω να οδηγώ στο Mass Pike. Τριγύρω μου η Βοστόνη με τους επιβλητικούς ουρανοξύστες. Σιγά σιγά το σκηνικό να αλλάζει. Να το πανεπιστήμιό μου. Να και τα γραφεία της εταιρίας που δούλευα ... το πάρκο που πήγαινα για βόλτα με το ποδήλατο ... η λίμνη που κάναμε πατινάζ το χειμώνα. Εκατοντάδες αναμνήσεις ξεχύθηκαν. Όπου και να κοιτούσα ξεπηδούσε και από μία ιστορία χαμένη στις σκέψεις μου. Σκεφτόμουνα τι είχε γίνει στην Ελλάδα τον τελευταίο μήνα και παρόλο που όλα τα προβλήματα μου φάνταζαν τόσο μακριά, τα δάκρια δεν άργησαν να ξανάρθουν. Το μόνο που ήθελα ήταν μία αγκαλιά από την φίλη μου. Λες και με ένα μαγικό ραβδάκι θα έκανε την ψυχή μου να ηρεμήσει από τον πόνο που με βασάνιζε τόσο καιρό. Λες και θα συγκολλούσε με ένα μαγικό ξόρκι τα κομμάτια της καρδιάς μου. Είχα τόσο εμπιστοσύνη στη φιλία μας ... μόνο που έπρεπε να βρω ένα τρόπο να σταματήσω τα δάκρυα. Δεν ήθελα να με δει έτσι. Αν εξαιρέσεις τότε που ήμασταν φοιτητές και ζούσαμε μέσα στην πίεση και στο άγχος, όλες οι υπόλοιπες αναμνήσεις είναι γεμάτες γέλια και χαρά. Πως θα με έβλεπε λυπημένο και κλαμένο για πρώτη φορά; Κανείς μέχρι τώρα δεν με είχε δει να κλαιω.

Χτυπάω το κουδούνι και σκουπίζω με το μανίκι μου τα τελευταία δάκρια μου. Παίρνω δύο βαθιές αναπνοές και στήνω ένα ψεύτικο χαμόγελο. Ανοίγει την πόρτα η Barrie και με τον μοναδικό της τρόπο, που μόνο αυτή ξέρει και όσο και να προσπαθήσω δεν μπορώ να τον περιγράψω, με αγκαλιάζει. Με αγκαλιάζει όσο σφιχτά μπορούσε. Λες και προσπαθούσε να σηκώσει όλο μου το βάρος. Λες και προσπαθούσε όντως να με σηκώσει από εκεί που είχα πέσει. Και καθώς έχω τα χέρια μου γύρω από την Barrie, και την αγκαλιάζω και εγώ όσο πιο σφιχτά μπορούσα, κοιτάζω το βρεγμένο μου μανίκι από τα τελευταία μου δάκρια. Έτσι απλά, ανθρώπινα, χωρίς μαγικά κόλπα, χωρίς να μου πει τίποτα, χωρίς να αρθρώσω ούτε μια λέξη ... κοιτούσα όντως τα τελευταία μου δάκρια.

. . .

Η εβδομάδα πέρασε γρήγορα. Πιο γρήγορα απ’ ότι θα θέλαμε. Το συναίσθημα που μου έμεινε απ’ όλες εκείνες τις ημέρες ήταν μία απίστευτη γλύκα. Η Barrie ποτέ της δεν με ρώτησε τι έγινε. Απλά κατάλαβε τι είχε γίνει μόνο με μια ματιά που μου έριξε εκείνη τη στιγμή στο κατώφλι του σπιτιού της. Μάλλον έτσι είναι οι αληθινοί φίλοι. Δεν χρειάζεται να μάθουν λεπτομέρειες. Απλά καταλαβαίνουν. Απλά σε νοιώθουνε.

Την ημέρα μας την περνάγαμε μέσα στα γέλια και στην χαρά όπως πάντα. Μου έκανε όλες της χάρες. Για πρωινό στο Stephanies που έχει τα αγαπημένα μου αυγά benedict. Για μεσημεριανό χτύπαγα μια σούπα clam chowder, η μεγάλη μου αδυναμία. Για βραδινό πηγαίναμε στο Charlies για το απίστευτο grilled chicken honey mustard sandwich ή στην άλλη μεγάλη μου αδυναμία το Cheesecake Factory. Δεν αφήσαμε Starbucks για Starbucks και βιβλιοπωλείο για βιβλιοπωλείο. Μου αγόραζε δώρο ένα κάρο βιβλία. “So that you wont forget how to speak English”, μου έλεγε αστειευόμενη, αλλά ξέρει πόσο πολύ τα λατρεύω.

Όσο και περίεργο να ήταν, παρόλο που είχαμε να βρεθούμε έναν ολόκληρο χρόνο συνεχίσαμε την κουβέντα από εκεί που την αφήσαμε. Λες και δεν είχε περάσει ούτε μία μέρα. Λες και η ζωή χτυπούσε στον ίδιο ρυθμό, αυτόν που εμείς οι δυο δημιουργούσαμε. Που και που, εκεί που καθόμασταν, με έπιανε μια μελαγχολία και δε μιλούσα. Η Barrie με αγκάλιαζε και με ρωτούσε “So, should we order dessert?” Τόσο απλό ήταν για να μου ξαναφέρει το χαμόγελο μου πίσω. Τόσο απλό ήταν για να μου υπενθυμίσει ότι πρέπει να ξαναβρώ την θέρμη για ζωή που είχα χάσει κάπου εκεί στα συντρίμμια της ψυχής μου.

Την τελευταία μέρα στο αεροδρόμιο με ρώτησε. “Do you think you can walk by yourself now?” Χαμογέλασα αλλά δεν είπα τίποτα. Δεν ήμουνα σίγουρος τι να πω. Δεν ήξερα πως θα ήταν ή επόμενη μέρα χωρίς την φίλη μου να με στηρίζει. Εκείνη την ημέρα ήμουνα λίγο σκυθρωπός. Δεν ήθελα να φύγω. Να πω την αλήθεια η ιδέα πέρασε πολλές φορές από το μυαλό μου. Τα είχα καταφέρει μια χαρά κάποτε. Είχα βρει δουλειά, είχα αποκτήσει σπίτι, ... φίλους. Τι με εμπόδιζε να άρχιζα από την αρχή; Τίποτα απολύτως. Θα μπορούσα να διαγράψω τελείως την ζωή μου στη Ελλάδα και να αρχίσω πάλι από την αρχή. Αλλά μετά σκεφτόμουνα ότι το να σβήνεις το παρελθόν με αυτόν τον τρόπο, το να φεύγεις σαν κατατρεγμένος μόνο και μόνο για να μην αντιμετωπίσεις της δυσκολίες της ζωής, δεν είναι λύση. Οι απογοητεύσεις είναι μέρος της ζωής και πρέπει να μαθαίνεις να τις αντιμετωπίζεις πρόσωπο με πρόσωπο. Δεν μπορείς να τρέχεις μακριά κάθε φορά που κάτι δεν σου αρέσει.

Η Barrie, μου διακόπτει ξανά της σκέψεις. “So, do you think it will be a nice day tomorrow?” Και έτσι όπως ήμουνα χαμένος στις σκέψεις μου, κοιτάζω την κάρτα επιβίβασης να δω αν όλα ήταν εντάξει και τρόμος με κυρίεψε. Τρόμος που έπρεπε να πετάξω με αεροπλάνο. Τρόμος για τα κενά αέρος και για το seat-belt sign να αναβοσβήνει σαν τρελό. Το στομάχι μου έγινε κόμπος. Τρόμος για ζωή, τι απίστευτο συναίσθημα. Το είχα ξεχάσει. Κρύος ιδρώτας να τρέχει και εγώ να χλομιάζω … να γίνομαι άσπρος σαν το πανί. Και έτσι όπως ο τρόμος είχε πάρει την θέση του στο πρόσωπό μου με ένα φοβερό χαμόγελο είπα “Ops, I scared of flying ... again!”

Πέμπτη, Ιανουαρίου 19, 2006

Ιστορίες καθημερινής τρέλας στο γραφείο ...

Πρώτη μέρα στη δουλειά μετά από δύο μέρες με πυρετό, και με το που κάθισα στο γραφείο μπαίνει ο Γιώργος μέσα με μία φούρια και μου λέει με μία χαρά και λαχτάρα...

κ. Ανδρέα, κ. Ανδρέα ... μπορώ να πάρω άδεια αύριο;
Έχω οντισιόν στο
Dream Show!

Το συμβάν είναι πολύ πρόσφατο και δεν έχω καταφέρει να το αξιολογήσω, να το κατατάξω και να το αρχειοθετήσω μέσα στην μνήμη μου, γι αυτό και θα αφήσω ασχολίαστη την αντίδραση μου. Μάλλον ο τίτλος αυτού του post θα έπρεπε να ήτανε “Ένα αστέρι γεννιέται”.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 18, 2006

Love is ...

Και εκεί που με φιλούσες στο αμάξι και εγώ προσπαθούσα με όλη μου τη δύναμη να κρατήσω τα πνευμόνια μου για να μη βήξω, σου ψιθυρίζω στο αυτί “Αν αρρωστήσεις αύριο δεν θα φταιω εγώ”. Και εσύ μου απαντάς...

“Ανδρέα ... δεν με νοιάζει”

Δεν ξέρω αν έλιωσα στο άκουσμα του ονόματός μου ή στο ότι δεν σε νοιάζει αλλά εγώ απόψε λιώνω σε 39 βαθμούς πυρετό.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 12, 2006

Μια Mατιά

(Kerveros & I - Hel-ha Mexico August 1996)

Μια ματιά του μόνο και κατάλαβα τον πόνο. Μια ματιά τόσο διαπεραστική λες και εξερευνούσε την ψυχή μου. Παντού πληγές. Παντού σημάδια. Χτυπάει το νερό με ορμή και ξυπνάω από τον λήθαργο. Απλώνω το χέρι μου να το χαϊδέψω και ... αυτή η κραυγή ... ακόμα και σήμερα την ακούω στους εφιάλτες μου και ανατριχιάζω.

Με κοιτάει ο καπετάνιος που στάζω νερά και ρωτάει. “Everything OK?” Τι να απαντήσω τώρα εγώ. Ότι θέλω να ταίσω ένα δελφίνι; Πριν από λίγο, μου έλεγε πώς είναι πλάσματα του σατανά. Πως τους τρυπάνε τα δίχτυα και τους καταστρέφουν το βιος τους. Μια φορά δεν είχε να ταίσει την οικογένεια του. Ένα κοπάδι από δελφίνια είχε καταστρέψει τα μοναδικά του δίχτυα. Άλλαξε επάγγελμα εξαιτίας τους καθώς και όλοι στο χωριό του. Απ’ εκεί που ψάρευε ανέμελα στα γαλαζοπράσινα νερά, κατάντησε καπετάνιος για κακομαθημένους εκκεντρικούς τουρίστες.

“There is a dolphin ... its hurt ... we have to do something ...” Ξαφνικά άκουω άλλη μια κραυγή, γυρνάω και αντικρίζω το δράμα να ξεδιπλώνεται μπροστά μου. Ένα σπασμένο καμάκι καρφωμένο στο πλάι κάτω από το πτερύγιό του. Μία ματωμένη πληγή που το αλμυρό νερό ξέπλενε συνέχεια. Σημάδια παντού στη κοιλιά του από δίχτυα.

“Are you going to help or just look? Remember? I am just another eccentric client”. Ο καπετάνιος γελάει δυνατά και κατεβαίνει στην καμπίνα. Τον άκουω να μιλάει στο ράδιο στα Ισπανικά. Το μόνο που καταλαβαίνω είναι οι λέξεις “ayuda” και “delfín”. Ανοίγω τον κουβά με τα δολώματα και ψάχνω για τα πιο μεγάλα ψάρια.

Το δελφίνι συνεχίζει να κλαίει με σπαρακτικές κραυγές. Με παρακολουθεί με τα ματάκια του σαν κουμπιά, όπου και αν πηγαίνω πάνω στο σκάφος. Του δείχνω ένα ψαράκι και κάνει σαν τρελό. Ποιος ξέρει από πότε έχει να φαει. Απλώνω δειλά δειλά το χέρι να το ταΐσω και οι πιο χαζές σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου ... αν με δαγκώσει; Εδώ ένα πλάσμα ξεψυχάει και εγώ σκέφτομαι τον εαυτό μου. Είναι να αναρωτιέσαι μερικές φορές για μας τους ανθρώπους. Το κακόμοιρο πλάσμα έχει ανοίξει το στόμα του και περιμένει υπομονετικά να ξεπεράσω τις φοβίες μου. Ακουμπάω το ψαράκι στην γλώσσα του και το χαϊδεύω στο μάγουλο. Δέρμα από βελούδο. Μόνο έτσι μπορώ να το περιγράψω. Ζεστό και μαλακό. Είχατε ποτέ αρκουδάκια μικροί που τα αγκαλιάζατε στον ύπνο σας; Θυμάστε την αίσθηση;

Πως γίνεται να μου χαμογελάει; Εγώ με ένα καμάκι στα πλευρά μου μόνο χαμόγελο δεν θα είχα. Ο πόνος είναι ξεκάθαρος στα μάτια του και αυτό μου χαμογελάει. Βρίσκω άλλο ένα ψαράκι και το ταίζω χωρίς δεύτερη σκέψη.

. . .

Η ώρα περνάει και τα δολώματα έχουν τελειώσει. Μάλλον δεν θα ψαρέψω σήμερα. Όχι ότι με νοιάζει, αλλά η σκέψη περνάει από το μυαλό. Το δελφίνι έχει κλείσει τα μάτια του και βαριανασαίνει. Δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να καταλάβεις ότι πεθαίνει. Έχει γείρει λιγάκι και ο φυσητήρας του κόντευε να μπει μέσα στο νερό τελείως. Το κρατάω με όλη μου τη δύναμη από το ένα πτερύγιο προσπαθώντας να το ισορροπήσω για να μη πνιγεί.

Με είχε φαει η αγωνία. Οι διακοπές μου θα μετατραπούν σ’ ένα εφιάλτη αν το δελφίνι ξεψυχήσει στα χέρια μου. Είναι η πρώτη μέρα διακοπών και έχω προγραμματίσει τόσα πολλά. Ψάρεμα, καταδύσεις, ύπνο, φαΐ ... σεξ (αν γνωρίσουμε τίποτα της προκοπής). Πάλι ο εαυτός μου. Τελικά ο καπετάνιος έχει δίκιο που μας αποκαλεί κακομαθημένους εκκεντρικούς τουρίστες.

Στον ορίζοντα διακρίνεται επιτέλους ένα σκάφος. Ο καπετάνιος είχε καλέσει βοήθεια από το θαλάσσιο πάρκο του Hel-ha. Χωρίς να καταλάβω για πότε έφτασε, τέσσερις δύτες περικυκλώνουν το δελφίνι και το ρυμουλκούν πάνω σε ένα φορείο. Μία ανακούφιση απερίγραπτη. Το δελφίνι έχει μισάνοιχτα τα ματάκια του και με κοιτάει. Πάλι αυτό το διαπεραστικό βλέμμα. Σφυρίζει χαρούμενα λες και με ευχαριστούσε. Νοιώθω ντροπή για όλες τις χαζές μου σκέψεις. Τι γελοίος που είμαι ... τι γελοίος που είμαι.

. . .

Όλοι μου σφίγγουν το χέρι και το μόνο που καταλαβαίνω από αυτά που λένε είναι “Bravo”. Έχουν βγει όλες οι κοπέλες από τα ταμεία και με χαιρετάνε. Μερικές με αγκαλιάζουν και με φιλάνε. Δεν καταλαβαίνω τι γίνεται τριγύρω μου. Όλο το βράδυ έμεινα ξάγρυπνος και είμαι πολύ κουρασμένος. Μία εκείνες οι κραυγές, μία το βλέμμα του χαραγμένο στην μνήμη μου, και τώρα όλος αυτός ο κόσμος τριγύρω μου. Έχω σαστίσει και δεν ξέρω τι να πω.

Μία ψηλή ξανθιά κοπέλα με ιατρική άσπρη στολή με πλησιάζει και μου λεει με άψογη αμερικάνικη προφορά “So, you are the Greek hero everybody is talking about”. Έλιωσα ... στην κυριολεξία έλιωσα κάτω από το γαλάζιο της βλέμμα. Φορούσε ένα μενταγιόν στο λαιμό της με μία ημισέληνο που με ελληνικά γράμματα έγραφε “Σελήνη”. “My name is Celine and I operated on your dolphin yesterday.” Δεν ξέρω τι μου έκανε περισσότερο εντύπωση. Το γεγονός ότι ήταν μια θεά που είχε αφιερώσει την ζωή της στα δελφίνια στο Μεξικό ή ότι την λέγανε Σελήνη. “You are the hero of the day here at the park!”

Με παίρνει από το χέρι και με οδηγεί μέσα στο πάρκο στη δεξαμενή, όπου φιλοξενούσαν το δελφίνι μου. “Its an amazing one. He is already doing great.” Πολύ κόσμος τριγύρω και πολλά παιδιά να φωνάζουν. Όλα προσπαθούν να τραβήξουν την προσοχή του και αυτό δεν ξέρει με ποιο να πρωτοπαίξει. Όχι ότι μπορεί, μετά βίας κολυμπάει, αλλά έχει μια απίστευτη ζωντάνια σήμερα. Χτες ξεψυχούσε με κραυγές στα χέρια μου, και σήμερα τραγουδάει με σφυρίγματα.

Μόλις με βλέπει ... ένα χαμόγελο ... μα ένα χαμόγελο. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Δεν πίστευα με τίποτα ότι θα με αναγνώριζε. Ήθελα με όλη μου την ψυχή να με ξεχωρίσει στο πλήθος αλλά δεν ήλπίζα για να μην απογοητευτώ. Έρχεται κοντά μου και μου δίνει το πτερύγιο που του κρατούσα χτες για να το χαϊδέψω. Η ματιά του ... μια ευγνωμοσύνη ... μια ευγνωμοσύνη ... Θεέ μου πως δημιουργείς πλάσματα σαν κι αυτό; Τα μάτια μου έχουν βουρκώσει και μάλλον τα δάκρια έχουν ξεκινήσει. Δεν νομίζω να μπορώ να κρατηθώ για πολύ ακόμα. Τι σόι διακοπές είναι αυτές άμα τρέχουνε τα μάτια σου δάκρια, μου λετε; Ρεζίλι έγινα. Η γιατρός με αγκαλιάζει και με φιλάει στο μάγουλο. Τώρα καταλαβαίνω ... τώρα καταλαβαίνω γιατί έχει αφιερώσει τη ζωή της στα δελφίνια.

. . .

Τις υπόλοιπές διακοπές μου φυσικά τις πέρασα στο θαλάσσιο κέντρο παίζοντας κάθε μέρα με το δελφίνι. Τρεις φορές την ημέρα κολυμπούσα μαζί του. Το πρωί που είχε κόσμο στο πάρκο γινόταν ένας χαμός γύρω από την πισίνα. Είχε μαθευτεί η ιστορία και πολλοί ερχόντουσαν να δούνε τον καινούργιο κάτοικο. Το δελφίνι σάστιζε από τις φωνές του κόσμου και μετά βίας έβγαζε το κεφάλι του έξω από το νερό να παίξει. Ερχόταν μόνο για να φαει. Αλλά το απόγευμα ... όταν ήμασταν μόνοι ... ερχόταν με φόρα και με έσπρωχνε με όλη του τη δύναμη. Πότε μου έβγαζε την γλώσσα του να την χαϊδέψω, πότε μου έδειχνε την κοιλίτσα του να την τρίψω. Δεν μπορούσε να κάνει και πολλά αλλά κάθε μέρα γινόταν όλο και πιο δυνατό. Κάθε μέρα με έσπρωχνε όλο και πιο πολύ. Το καλύτερο ήταν όταν κρατιόμουνα από το πτερύγιο και προσπαθούσε να με σύρει γύρω γύρω στη δεξαμενή.

Η εβδομάδα πέρασε γρήγορα ... πολύ γρήγορα. Πέρασε με χαρές και παιχνίδια. Πλέον τα μάτια του είχαν αλλάξει. Δεν με κοίταζε με πόνο ούτε με φόβο. Η ματιά του ήταν διαπεραστική όπως πάντα αλλά είχε μία γαλήνη. Δεν εξερευνούσε την ψυχή μου, την ηρεμούσε.

Την τελευταία μέρα με ρωτάει η Σελήνη. “Would you like to name your dolphin? It’s the only one in the park without a name.” Και εκεί που ήμουνα λυπημένος που δεν θα το ξανάβλεπα χαμογέλασα και το πρόσωπό μου έλαμψε. “That will be great. I will give him my nickname from the army. Kerveros”. Η Σελήνη με κοίταξε περίεργα αλλά ήξερε από μυθολογία. Ο πατέρας της είχε πάθος με την αρχαία Ελλάδα και της είχε πει όλες τις ιστορίες. Ήταν το δελφίνι μου και μόνο ελληνικό όνομα μπορούσε να έχει.

- “Will he remember me if I come back next year?”
- “I am sorry. Most probably not.”

. . .

Date: Tuesday, October 4, 1994
From: celine@hel-ha.com
To: andreasp@bu.edu
Subject:
Great news!!!

Dear Andreas
Today we had a breakthrough. Kerveros decided to swim outside in the open sea. He was gone for 20 whole minutes. Tomorrow we will try again. He is doing so great. The park visitors adore him. He is strong and healthy now, and most of his scars are gone. I am sure he misses you a lot.

With Love
Celine

. . .

From: celine@hel-ha.com
To: andreasp@bu.edu
Date:
Tuesday, April 11, 1995
Subject: Happy Birthday to U

… We are afraid Kerveros will never be able to rehabilitate back to nature. We have been trying for almost a year to convince him to leave but he keeps coming back for food and to play games with kids that he loves so much…

Hoping for the best
Celine

. . .

From: celine@hel-ha.com
To: andreasp@bu.edu
Date:
Saturday, August 19, 1995
Subject: Guess what? I am getting married!!!

… We are now pretty sure that Kerveros will never leave us. The main problem is his antisocial behavior towards other dolphins. We have failed in every attempt to mate him. Maybe we will get lucky with a female dolphin we found last month. Hopefully you will be able to come back after your graduation.

With Love
Celini

. . .

From: celine@hel-ha.com
To: andreasp@bu.edu
Date:
Sunday, September 24, 1995
Subject: I think he is in love!!!

Dear Andreas
Great news!!! He has to be in love with Sunshine, the dolphin I was telling you about. They spend their whole day together and make love all the time. We are all trilled over here and we hope for the best. Maybe in a few months we will have a new family.

With love
Celini

. . .

From: andreasp@bu.edu
To: celine@hel-ha.com
Date: Friday March
15, 1996
Subject: Summer Vacations

Dear Celini

I am graduating BU this May and I was thinking to come to Mexico this summer with a friend. Two years went by really fast with school. I know that he won’t remember me and I don’t hope for any miracles. Do you think you can arrange for one last swim with Kerveros? Please … it will mean the world to me.

Hoping for a yes …
Andreas

. . .

Αχ αυτή η Αριάνα. Θα με τρελάνει. Από την στιγμή που πατήσαμε το πόδι μας στο Μεξικό άρχισε η γκρίνια. Τι ζέστη είναι αυτή; Τι υγρασία είναι αυτή; Εκεί που περπατάς, οι ουρανοί ανοίγουνε και πέφτουν καρέκλες ... η μάλλον κουβάδες νερού. Σε πέντε λεπτά γίνεσαι μούσκεμα από τη βροχή, στεγνώνεις από την ζέστη και ξαναγίνεσαι μούσκεμα από τον ιδρώτα. Όλα αυτά μέσα σε πέντε λεπτά. Δεν έχει και πολύ άδικο για την γκρίνια αλλά εγώ … εγώ είμαι μέσα στην τρελή χαρά. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι θα δω το Κερβεράκι μου.

Η Αριάνα δεν ξέρει τίποτα για το δελφίνι. Κάθε φορά που σκέφτομαι να της το πω βουρκώνουν τα μάτια μου. Νομίζω πως δεν θέλω κιόλας να της το πω. Είναι μία ιστορία που με χάραξε για πάντα. Μία ιστορία τόσο συνδεδεμένη με την ψυχή μου που μέχρι σήμερα δεν έχω βρει λόγια να την αφηγηθώ. Είναι ο λόγος για τον οποίο είμαι αυτό που είμαι σήμερα.

. . .

Στριφογυρνάω στο κρεβάτι μου και όλα μου φταίνε. Σήμερα θα πάω στο πάρκο και τα συναισθήματα μου είναι πολύ μπερδεμένα. Αγωνία, χαρά ... θλίψη. Δεν ξέρω και εγώ τι νοιώθω. Ζήτημα είναι να έχω κοιμηθεί δύο ώρες. Οι πρώτες ηλιαχτίδες μπαίνουν από τις χαραμάδες και φωτίζουν την Αριάνα που κοιμάται στον καναπέ. Μάλλον δεν άντεξε τις κλωτσιές μου όλο το βράδυ και με άφησε μόνο να παλεύω με τα σεντόνια.

. . .

Δεν κατεβαίνει μπουκιά. Ο πιο πλούσιος μπουφές πρωινού σε ξενοδοχείο και όλα μου φαίνονται άγευστα. Η Αριάνα τρώει την μία και μόνο φρυγανιά της όπως πάντα και ρωτάει.

- Τι θα κάνουμε στο πάρκο; Δεν πάμε καλύτερα στις πυραμίδες;
- Θα πάμε αύριο στις πυραμίδες. Έχει αιώρες κάτω από τους φοίνικες για να ξαπλώσεις μιας και δεν σε άφησα να κοιμηθείς όλο βράδυ. Θέλεις να κανονίσω να κολυμπήσεις και εσύ με τα δελφίνια;”
- “Πες μου ότι με κοροϊδεύεις; Και αν με δαγκώσουν;

-
Δεν δαγκώνουν. Μην ανησυχείς
-
Πολύ Discovery Channel βλέπεις
... και που να ήξερε.

. . .

Ο Κέρβερος και η Ηλιαχτίδα έχουν πάει την πρωινή τους βόλτα στη θάλασσα και θα επιστρέψουν σε λίγο για το μεσημεριανό τους φαγητό. Έχω φορέσει μαγιό και σωσίβιο. Έχω αγοράσει μία αδιάβροχη κάμερα μίας χρήσεως και είχε 36 φωτογραφίες έτοιμες να απαθανατίσουν τις μοναδικές στιγμές που ερχόντουσαν. Είμαι πανέτοιμος. Η Αριάνα έχει ήδη ξαπλώσει για ύπνο στις αιώρες. “Θα με βγάλεις μία φωτογραφία;” Με ρωτάει. Δεν ήθελα να χαραμίσω ούτε μία για την Αριάνα. “Sorry, αλλά ...” της είπα. “Ναι, ναι ξέρω τα δελφίνια.” μου απάντησε με μία πολύ μικρή δόση ειρωνείας αλλά και μία μεγάλη δόση αγάπης. Ακόμα και σήμερα μου το κοπανάει αυτό όταν θέλει να με κοροϊδέψει.

Η Σελήνη με περίμενε στη δεξαμενή. Έχει την πιο γλυκιά στρουμπουλή κοιλίτσα. Είναι έγκυος στο πέμπτο μήνα και λάμπει από ευτυχία. “I just want to remind you that you shouldn’t have high hopes. OK?” με ρώτησε. “OK, OK, I got it. I am not expecting much”. Τι ψεύτης! Τι ψεύτης! Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή από αγωνία. Θέλω τόσο πολύ να με θυμηθεί ... να έρθει κοντά μου και να με φιλήσει ... να με πάει βόλτα ... ούτε και εγώ ξέρω τι περιμένω αλλά όταν ένα τόσο αγνό πλάσμα σε έχει αγγίξει ... μάλλον τα χάνεις.

Βουτάω μέσα στη πισίνα και περιμένω ... περιμένω ... περιμένω. Τίποτα. Τίποτα απολύτως. “Patience my friend, patience.” μου λεει η Σελήνη. Είχαν περάσει πέντε λεπτά και τίποτα. Η απογοήτευση μου είναι ολοφάνερη. “I can’t get it. Nothing at all?” Τα πέντε λεπτά γίνανε δέκα ... τα δέκα γίνανε δεκαπέντε. Έχω χάσει πλέον κάθε ελπίδα. Κοιτάω μία την Σελήνη, μία τα δελφίνια που κολυμπάνε λίγο πιο πέρα. Και έρχεται η στιγμή που το παίρνω απόφαση. Ήρθε η στιγμή να βγω από το νερό. Έχω παραδώσει πλέον κάθε ελπίδα ... και ξάφνου ένα πτερύγιο εμφανίζεται από το πουθενά. Αρχίζει να κάνει κύκλους γύρω μου. Σκέφτηκα την Αριάνα για μια στιγμή. Θα είχε φρικάρει αν έβλεπε το πτερύγιο να την πλησιάζει με κύκλους που όλο και μικραίνουν. Γελάω με την ιδέα αυτή ... γελάω επειδή κάτι με γαργαλάει. Ο κύκλος γίνεται όλο και πιο μικρός. Το βελούδινο δέρμα με χαιδέυει μία στα πόδια μία στα χέρια. Και έτσι καθώς στροβιλίζουμε και οι δυο γύρω γύρω, με την άκρη του ματιού μου βλέπω την Σελήνη να δίνει παραγγέλματα. Πόσο γλυκιά είναι. Δεν θέλει να με στεναχωρήσει και δίνει οδηγίες στο Κέρβερο για να παίξει μαζί μου.

Αρχίζει να μου χαμογελάει και να με σπρώχνει με την μουσούδα του. Κάθε του σπρωξιά είναι μια μπουνιά με τη δύναμη που έχει. Η Σελήνη με είχε προμηθεύσει με ένα κουβά με τα αγαπημένα του ψάρια. Με το που του δείχνω ένα ψαράκι κάνει σα τρελό. Μόνο το χέρι δεν μου τρωει. Όταν γελάω, γελάει και αυτό. Όταν του φωνάζω, μου φωνάζει και αυτό. Με κοιτάει όπου και αν πηγαίνω και έρχεται με φόρα και με σπρώχνει μέσα στο νερό. Λες και δεν έχει περάσει ούτε μία μέρα από τότε που έπαιξα τελευταία φορά μαζί του.

Ξαφνικά ένα δεύτερο πτερύγιο εμφανίζεται και σχίζει τα νερά. Κάνει μεγάλους κύκλους γύρω από εμένα. “Is she Sunshine?” ρωτάω την Σελήνη. Μου κάνει νόημα καταφατικά. Και τα δυο δελφίνια μαζί έκαναν απίστευτους τραγουδιστούς ήχους. Τρικλίσματα και σφυρίγματα. Η Sunshine είναι λίγο μικρότερη σε μέγεθος από τον Κέρβερο αλλά πολύ πιο ζωηρή. Και εκεί που έχω τρελαθεί από την τη χαρά μου ένα τρίτο πτερύγιο εμφανίζεται. Ένα μωράκι τόσο γλυκό ... μα τόσο γλυκό. Κοιτάω την γιατρό με μία απορία ... “Surprised? He was born a week after your told me you were coming.” Απίστευτη έκπληξη. Το μωρό μου είχε το δικό του μωρό. “And you got to name it!”

Πλέω σε πελάγη ευτυχίας. Ξέρω ότι παίζουν μαζί μου επειδή είναι εκπαιδευμένα να παίζουν αλλά δεν με πειράζει. Ευτυχώς στάζω νερά από τις βουτιές αλλιώς σίγουρα θα φαινόντουσαν τα δάκριά μου. Βγάζω φωτογραφίες πότε τον Κέρβερο, πότε τη Ηλιαχτίδα πότε το μικρό που με φοβότανε. Έρχεται κοντά μου μόνο για να φαει και μετά απομακρύνεται. Είναι τόσο γλυκό που θέλω να το σφίξω με όλη μου τη δύναμη.

Η Σελήνη, μου δείχνει όλα τα παραγγέλματα που έχει μάθει ο Κέρβερος και η Ηλιαχτίδα. Πώς να πηδήξουν στον αέρα ταυτόχρονα πώς να περπατήσουν στο νερό με την ουρά τους. Πιάνομαι από τα πτερύγιά τους και με αρχίζουν στις βόλτες. Καμιά σχέση με τις βόλτες όταν ήταν τραυματισμένος. Για μια στιγμή σκέφτομαι το μαγιό μου. Κόντευε να φύγει από την ορμή του νερού. Δεν θα το πιστέψει ποτέ κανείς αυτό, σκεφτόμουνα. Σιγά μη και με πιστέψουν. Αισθάνομαι τόσο τυχερός στη ζωή μου. Πόσοι άνθρωποι έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν δύο τόσο αγνά πλάσματα; Δύο πλάσματα που μόνο αγάπη ξέρουν να δίνουν.

Είναι αργά πλέον και πρέπει να ξεκουραστούν. Έχω παρατήσει την Αριάνα για τουλάχιστον τρεις ώρες. Φαντάζομαι ότι θα κοιμάται για να μην με έχει ενοχλήσει.

“You want a picture with the dolphins?” με ρωτάει ή Σελήνη. Της δίνω την μηχανή και στήνω το μεγαλύτερο χαμόγελό που έχω. Με το πάτημα του κουμπιού ο Κέρβερος πετάγεται μέσα από το νερό και μου δίνει ένα φιλί στο μάγουλο ... το πιο ζεστό φιλί στον κόσμο ... για τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο του κόσμου.

. . .

Στάζω παντού νερά. Περπατάω μετά βίας από την κούραση.
- So you decided how to name the baby?
- “Orion”, my favorite constellation ... thanks for helping me over there at the beginning. I saw you giving commands to the dolphins.
- You are welcome. Since they had the baby they are not playing with people. Kerveros has a family to protect.
- I sensed that. Orion was only coming for food when Kerveros was next to him. By the way … nice trick the one with the photo.
- Trick? … Ah that … that wasn’t a trick! Kerveros
never kisses people.

. . .

Νομίζω ότι δεν είπα άλλη λέξη για πολλή ώρα. Είχα βουρκώσει και προσπαθούσα να το κρύψω. Τα μάτια μου πρέπει να είχαν γίνει κατακόκκινα από την προσπάθεια να μην κλάψω. Όταν η Αριάνα με ρώτησε τι έχουν, είπα ότι είναι από την αλμύρα και τις πολλές βουτιές. Ένας κόμπος στο λαρύγγι δεν με άφηνε να πω πολλά. Δεν χρειαζόταν άλλωστε. Ήμουν απλά ευτυχισμένος και το χαμόγελο δεν έλεγε να φύγει.

. . .

Εννέα χρόνια έχουν περάσει από τότε και δεν έχω πει σε κανέναν αυτή την ιστορία. Σκέφτηκα ότι κανείς δεν θα με πίστευε. Σκέφτηκα ότι όσο και αν προσπαθούσα δεν θα μπορούσα με τίποτα να περιγράψω το δεσμό μου με αυτό το πλάσμα. Ακόμα και τώρα αμφιβάλω αν μπόρεσα να εκφράσω αυτό που έζησα και ένοιωσα. Τόσο αγνό και ανιδιοτελές. Παραλίγο να πεθάνει από ανθρώπους και όμως βρήκε το κουράγιο να πλησιάσει άλλον έναν και να γίνει φίλος του. Τώρα πλέον ζω στην Ελλάδα και η ζωή μου το καλοκαίρι είναι γύρω από την θάλασσα. Ανοίγω πανιά και όπου με βγάλει. Μισώ τις μέρες με άπνοια γιατί ο θόρυβος της μηχανής διώχνει κάθε πιθανότητα να συναντήσω δελφίνια. Αλλά τις μέρες που ανοίγουμε πανιά πάω και κάθομαι στην πλώρη του σκάφους και κοιτάζω το απέραντο γαλάζιο. Κοιτάζω και ελπίζω. Κοιτάζω μήπως δω κάποιο δελφίνι ... και ελπίζω να μου χαμογελάσει όπως ο Κέρβερος αλλά χωρίς εκείνη την κραυγή πόνου.

. . .

From: celine@hel-ha.com
To: andreas@circle.com
Date:
Wednesday, October 30, 1996
Subject: The Big Blue

… We haven’t seen Kerveros and his family for over a month now. I didn’t mention anything right away until I had any good news. They were detected from our radar yesterday outside
Cozumel island. All three of them! We are very happy that he is finally back in the big blue. We will all miss them over here. He was one of the best dolphins we ever had. They all have chips and we will monitor their trips. So, don’t worry, they are in good hands.

Always your friend
Celini

To my aqua friend wherever he is now ...
La Mer by Kevin Kline

Τετάρτη, Ιανουαρίου 11, 2006

Ρεζίλι έγινα ...

Ήμουνα σε μία συνάντηση στο γραφείο και κάτι ένα καλάθι από κρασιά που μόλις έφτασε, κάτι ένα τσουρέκι Τεκερλής με κρέμα κάστανου που μου έφερε το πρωί ένας φίλος από Θεσσαλονίκη, είχαν μαζευτεί όλοι τριγύρω μου. Και ενώ μιλούσαμε, είδα με την άκρη του ματιού μου το καινούργιο e-mail που μου έστειλες. Έτσι απλά αλλάζουν οι προτεραιότητες στη ζωή και προτίμησα να διαβάσω τι έγραφες από το να δώσω προσοχή στην λογίστρια, στην γραμματέα και στους λοιπούς φαρισαίους. Αυτό που δεν περίμενα όμως ήταν να διαβάσω το e-mail σου και να αρχίσουν να βουρκώνουν τα μάτια μου. Και ενώ όλοι τριγύρω στο γραφείο τσακωνόντουσαν για το πόσο μεγάλη φέτα τσουρεκιού θα κόψουν ... ευτυχώς κανένας δεν με πρόσεχε ... ένα δάκρυ κύλησε όταν συνειδητοποίησα ότι μπορεί να σου έδωσα την μεγαλύτερη αγκαλιά απ’ όλες.

ΥΓ. Η δικαιολογία έχω αλλεργίες σχεδόν πάντα πιάνει αλλά άμα έξω ρίχνει χιόνι δύσκολα σε πιστεύουνε.

Τρίτη, Ιανουαρίου 10, 2006

The day the dragon flies ... the day I fly ...

(Japanese Prayers for the Day of the Dragon - Kyoto June 30, 2001)